Larger Font   Reset Font Size   Smaller Font  

Η Μελίνα και οι εκατό πριγκίπισσες

Rania

Α ΣΥΝΟΔΙΝΟΥ

  Η ΜΕΛΙΝΑ ΚΑΙ ΟΙ ΕΚΑΤΟ ΠΡΙΓΚIΠΙΣΣΕΣ

  Copyright © Συνοδινού Ράνια

  Follow me on Twitter: @RaniaSin

  Στην κορούλα μου….

  ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η αναδημοσίευση, η αναπαραγωγή, ολική, μερική ή περιληπτική ή κατά παράφραση ή διασκευή απόδοση του περιεχομένου του παρόντος web site με οποιονδήποτε τρόπο, ηλεκτρονικό, μηχανικό, φωτοτυπικό, ηχογράφησης ή άλλο, χωρίς προηγούμενη γραπτή άδεια του εργαστηρίου. Νόμος 2121/1993 και κανόνες Διεθνούς Δικαίου που ισχύουν στην Ελλάδα.

  ISBN: 9781301599417

  Μια φορά και έναν καιρό σε ένα βασίλειο μακρινό, εκεί όπου η μαγεία υπήρχε αληθινά, ζούσε η πριγκίπισσα Μελίνα. Ο πατέρας της ο βασιλιάς έλειπε ταξίδια πολύ συχνά και η μητέρα της ασχολούταν συνέχεια με τις δουλειές του παλατιού. Έπρεπε να προετοιμάζει τις γιορτές και τους χορούς, να υποδέχεται όλους τους επισκέπτες από τα άλλα βασίλεια σαν καλή οικοδέσποινα. Έτσι αναγκαστικά η Μελίνα έμενε συνέχεια μόνη της. Για να μην γκρινιάζει μιας και δεν είχε τι να κάνει τις έκαναν διαρκώς όλα τα χατίρια. Την ώρα που ξυπνούσε το πρωί:

  «Καλημέρα πριγκίπισσα Μελίνα» της έλεγε η μικρή υπηρέτρια Ζαχαρένια.

  «Δεν θέλω να είναι πρωί, θέλω να είναι ακόμα νύχτα» φώναζε κρυμμένη κάτω από τα σκεπάσματα. «Δε θέλω να σηκωθώ» έσκουζε δυνατά η Μελίνα και η Ζαχαρένια έφερνε την ειδική κουρτίνα νύχτας και την άπλωνε στα παράθυρα. Η παραξενιά όμως συνεχιζόταν και το μεσημέρι:

  «Δεν θέλω να φάω μήλο. Θέλω να τρώω φράουλες κι ας είναι χειμώνας» απαιτούσε και έσπρωχνε μακριά το πιάτο. Τότε η Ζαχαρένια πήγαινε όσο πιο μακριά μπορούσε για να βρει το καλοκαίρι και να της πάει φράουλες. Το απόγευμα έλεγε:

  «Δεν θέλω αυτά τα παπούτσια. Θέλω να μου φέρετε τώρα ένα ζευγάρι παπούτσια κόκκινα, που να έχουν πάνω ένα ροζ λουλούδι και μια κρυστάλλινη πεταλούδα». Η Ζαχαρένια έτρεχε πάλι στον τσαγκάρη του παλατιού για να εκπληρώσει την επιθυμία της Μελίνας.

  Ένα βράδυ μια φορά είπε στη Ζαχαρένια: «Δε θέλω να μου μιλάς, ούτε να με κοιτάς. Εγώ δε μιλάω σε φτωχούς και άσκημους» της είπε με υπεροπτικό ύφος. Η Ζαχαρένια δεν είπε τίποτα παρά έσκυψε το κεφάλι της και έφυγε από το δωμάτιο. Την αγαπούσε πολύ και θαύμαζε την ομορφιά της αλλά εκείνη παρόλο που είχαν και την ίδια ηλικία της μιλούσε πολύ άσχημα. Μόλις έμεινε η Μελίνα μόνη της άρχισε να κοιτάζεται στον καθρέπτη και να παραμιλάει: «Είμαι τόσο όμορφη, τόσο έξυπνη, τόσο πλούσια και φανταστική. Μακάρι να είχα μια αδελφούλα ίδια με εμένα να μπορούμε να κάνουμε παρέα. Έχω βαρεθεί » είπε και πήγε για ύπνο.

  Το επόμενο πρωί που ξύπνησε της ήρθε μια φανταστική ιδέα. Θα πήγαινε στον μάγο Αλταζάρ-Ταντάρ και θα ζητούσε τη βοήθεια του. Σίγουρα θα της έκανε το χατίρι. Ανέβηκε στον πιο ψηλό πύργο για να τον βρει. Η αλήθεια ήταν πως όσο πλησίαζε φοβόταν λιγάκι. Είχε ακούσει πως ήταν πολύ άσκημος αι τρομερός, όμως το πείσμα της ήταν μεγαλύτερο από τον φόβο της. Ανέβαινε αργά αργά τα εκατοντάδες σκαλιά μέχρι που λαχανιασμένη έφτασε έξω από το εργαστήριο μαγείας. Βρήκε μια χαραμάδα και κοίταξε μέσα. Πράγματι ήταν πολύ άσκημος, είχε ένα τεράστιο μαύρο μούσι και φορούσε ένα πελώριο μπλε καπέλο. Τον είδε να ξεφυλλίζει το βιβλίο των μαγικών και να ανακατεύει κάτι χρωματιστά μπουκαλάκια που έβγαζαν διάφορα χρώματα. Το σκέφτηκε καλύτερα, μόλις έφευγε ο μάγος θα έμπαινε μόνη της. Θα έβρισκε μόνη της τον τρόπο να φτιάξει μια αδερφή σαν εκείνη. Ήταν αρκετά έξυπνη και σίγουρα θα τα κατάφερνε.

  Μόλις έφυγε ο Αλταζάρ Ταντάρ τρύπωσε μέσα στο εργαστήριο και έπεσε με τα μούτρα στο βιβλίο της μαγείας. Αμέσως άρχιζε να το ξεφυλλίζει ψάχνοντας τη σωστή συνταγή. Ξεκίνησε να διαβάσει τους τίτλους των μαγικών φίλτρων: « Πώς να κάνετε ένα τριαντάφυλλο να μυρίζει πιπέρι, πώς να κάνετε ένα σκύλο να νιαουρίζει, ένα πιρούνι να χορεύει, ένα παπούτσι να έχει αληθινή γλώσσα, ένα λάχανο να λαχανιάζει, μια χελώνα να τρέχει γρήγορα, μαλλιά να αλλάζουν χρώμα, πόδια να πηγαίνουν όπου θέλουν, μια μαργαρίτα να φταρνίζεται» και πολλά άλλα. Μέχρι που έφτασε: «Πώς να φτιάξετε μια αδελφή σαν εσάς». Η Μελίνα ενθουσιασμένη άρχισε να διαβάζει τις οδηγίες.

  «Πάρτε μια κατσαρόλα, βάλτε μέσα μια τρίχα από τα μαλλιάς σας, χρυσόσκονη, πέταλα ενός τριαντάφυλλου, μια χτένα και μια τρίχα από τα μαλλιά μιας φτωχής».

  Όλα μπορούσε να τα βρει εκτός από την τρίχα της φτωχής. Αυτό ήταν μεγάλο πρόβλημα για δύο λόγους: Πρώτον είχε διώξει τη Ζαχαρένια και δεύτερον σιχαινόταν να ακουμπήσει τρίχα της. Πως το πριγκηπικό της χέρι θα έπιανε την βρωμερή τρίχα της Ζαχα
ρένιας; Μόνο που το σκεφτόταν έτρεμε στην ιδέα. Έτσι αποφάσισε να αλλάξει λίγο τη συνταγή. Δεν θα έβαζε τρίχα της Ζαχαρένιας αλλά εκατό δικές της τρίχες. Με αυτόν τον τρόπο θα έπιανε σίγουρα το μαγικό, θα ήταν πιο δυνατό.

  Την επόμενη μέρα συγκέντρωσε όλα τα υλικά και περίμενε τον μάγο να φύγει. Μόλις έφυγε μπήκε μέσα και άρχισε όλο χαρά να παρασκευάζει το φίλτρο. Με το που τελείωσε είπε τις μαγικές λέξεις:

  «Άμπρα, κατάμπρα, ατάμπρα, καράμπα, κατάνγκα » και περίμενε το αποτέλεσμα. Ξάφνου τσαφ εμφανίστηκε η αδερφή που ήθελε όμως είχε γίνει κάποιο λάθος. Είχαν το ίδιο πρόσωπο, το ίδιο πρόσωπο, τα ίδια μαλλιά, το ίδιο ύψος και τα ίδια ρούχα. Ήταν